Στην οικογενειακή ταβέρνα του κυρ Μήτσου, κάθονται Κυριακή μεσημέρι καμια δεκαριά παρέες και οικογένειες και απολαμβάνουν, όταν ξαφνικά από ένα τραπέζι φωνάζει ένας...
- Βοήθεια, βοήθεια, ο γιός μου κατάπιε ένα κέρμα ευρώ και πνίγεται! Τρέξτε!
όλοι αναστατώνονται, αλλά κανείς δεν παίρνει την ευθύνη να βοηθήσει. Ετσι, και ενώ το παιδί είχε αρχίσει να χάνει τις αισθήσεις του, σηκώνεται ένας τύπος πολύ ψύχραιμα, πιάνει τον μικρό επιδέξια, και με δυο τρία καλά σπρωξίματα στο στέρνο του, κάνει το παιδί να φτύσει το κέρμα και να σωθεί.
- Σ'ευχαριστώ, σ'ευχαριστώ! φωνάζει ο πατέρας και τρέχει προς τον άγνωστο που έσωσε το γιο του, Γιατρός είσαι κύριε;
- Μπα όχι, εφοριακός είμαι.
- Βοήθεια, βοήθεια, ο γιός μου κατάπιε ένα κέρμα ευρώ και πνίγεται! Τρέξτε!
όλοι αναστατώνονται, αλλά κανείς δεν παίρνει την ευθύνη να βοηθήσει. Ετσι, και ενώ το παιδί είχε αρχίσει να χάνει τις αισθήσεις του, σηκώνεται ένας τύπος πολύ ψύχραιμα, πιάνει τον μικρό επιδέξια, και με δυο τρία καλά σπρωξίματα στο στέρνο του, κάνει το παιδί να φτύσει το κέρμα και να σωθεί.
- Σ'ευχαριστώ, σ'ευχαριστώ! φωνάζει ο πατέρας και τρέχει προς τον άγνωστο που έσωσε το γιο του, Γιατρός είσαι κύριε;
- Μπα όχι, εφοριακός είμαι.