Ήταν ένας ανθρωπάκος, ο οποίος αποφάσισε να γίνει καλόγερος. Πάει λοιπόν σε ένα μοναστήρι, και ο επικεφαλής μοναχός εκεί του λέει ότι επιτρέπεται να λέει μόνο δύο λέξεις για ολόκληρο το χρόνο...
Στο τέλος λοιπόν του πρώτου χρόνου, ο επικεφαλής μοναχός ρωτάει τον νέο:
- Λοιπόν, καλά τα έχεις πάει αυτόν το χρόνο... Ποιες είναι οι δύο σου λέξεις για αυτόν το χρόνο;
- Σκληρό κρεβάτι. απαντάει ο μοναχός.
- Καλά, θα δω τι μπορώ να κάνω, λέει ο αρχιμοναχός, και φεύγει.
Αφού περνάει και ο δεύτερος χρόνος, ρωτάει πάλι ο αρχιμοναχός:
- Λοιπόν, ποιες είναι οι δύο σου λέξεις αυτόν το χρόνο;
- Απαίσιο φαγητό, απαντάει ο μοναχός.
- Καλά, θα δω τι μπορώ να κάνω, λέει ο αρχιμοναχός, και φεύγει.
Περνάει με τον ίδιο τρόπο και ο τρίτος χρόνος, οπότε ο αρχιμοναχός ξαναρωτάει:
- Ποιες είναι οι δύο σου λέξεις για αυτόν τον τρίτο χρόνο παραμονής σου εδώ;
- Εγώ φεύγω, απαντάει ο μοναχός.
- Αντε στα τσακίδια τότε... Ούτως ή άλλως, τρία χρόνια είσαι εδώ, και μόνο διαμαρτύρεσαι...
Στο τέλος λοιπόν του πρώτου χρόνου, ο επικεφαλής μοναχός ρωτάει τον νέο:
- Λοιπόν, καλά τα έχεις πάει αυτόν το χρόνο... Ποιες είναι οι δύο σου λέξεις για αυτόν το χρόνο;
- Σκληρό κρεβάτι. απαντάει ο μοναχός.
- Καλά, θα δω τι μπορώ να κάνω, λέει ο αρχιμοναχός, και φεύγει.
Αφού περνάει και ο δεύτερος χρόνος, ρωτάει πάλι ο αρχιμοναχός:
- Λοιπόν, ποιες είναι οι δύο σου λέξεις αυτόν το χρόνο;
- Απαίσιο φαγητό, απαντάει ο μοναχός.
- Καλά, θα δω τι μπορώ να κάνω, λέει ο αρχιμοναχός, και φεύγει.
Περνάει με τον ίδιο τρόπο και ο τρίτος χρόνος, οπότε ο αρχιμοναχός ξαναρωτάει:
- Ποιες είναι οι δύο σου λέξεις για αυτόν τον τρίτο χρόνο παραμονής σου εδώ;
- Εγώ φεύγω, απαντάει ο μοναχός.
- Αντε στα τσακίδια τότε... Ούτως ή άλλως, τρία χρόνια είσαι εδώ, και μόνο διαμαρτύρεσαι...